Πάουλι, Βόλφγκανγκ

Πάουλι, Βόλφγκανγκ
(Pauli, Wolfgang, Βιέννη 1900 – Ζυρίχη 1958). Αυστριακός θεωρητικός φυσικός. Υπήρξε μαθητής των Σόμερφελντ, Μπορ και Μπορν. Σε πολύ νεαρή ηλικία, έγραψε μια έκθεση της θεωρίας της σχετικότητας, η οποία έμεινε κλασική (1921). Στα επόμενα χρόνια μελέτησε την υπερλεπτή δομή των ατομικών φασμάτων –η οποία συνίσταται στο γεγονός ότι οι φασματικές γραμμές προκύπτουν να αποτελούνται από περισσότερες γραμμές πολύ κοντά η μία με την άλλη– και ερμήνευσε το φαινόμενο ως αποτέλεσμα της ύπαρξης μιας στροφορμής συνδεδεμένης με τους ατομικούς πυρήνες (1924). Άρχισε τη σταδιοδρομία του ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου (1923-28), από το 1928 υπήρξε καθηγητής της φυσικής στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης και ακολούθως στο Ινστιτούτο Προχωρημένων Σπουδών του Πρίνστον (ΗΠΑ). Το 1945 τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ Φυσικής. Το όνομα του Π. συνδέεται με τη διατύπωση της αρχής της απόκλισης (βλ. λ. απαγορευτική αρχή)· η αρχή αυτή, θεμελιώδης για την ερμηνεία της δομής και της συμπεριφοράς επί των ατόμων, ορίζει ότι σε ένα άτομο δεν μπορούν να υπάρχουν δύο ηλεκτρόνια χαρακτηριζόμενα από τους ίδιους κβαντικούς αριθμούς. Στον Π. οφείλεται επίσης η πρώτη υπόθεση ως προς την ύπαρξη του νετρίνου (1931) και η πρώτη διατύπωση της κβαντικής μηχανικής, στην οποία έλαβε υπόψη του το σπιν. Ο Π. είναι μεταξύ εκείνων που έχουν συμβάλει περισσότερο στη μελέτη της ενοποίησης της θεωρίας της σχετικότητας με την κβαντική μηχανική, κεντρικό πρόβλημα της σύγχρονης φυσικής.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • άτομο — Στοιχείο της φύσης που η επισήμανσή του σχετίζεται με την ιδέα του αδιαίρετου της ύλης. Ά. είναι το μικρότερο μέρος ενός στοιχείου, το οποίο διατηρεί τις ιδιότητές του και μένει αμετάβλητο στις συνήθεις χημικές αντιδράσεις. Ετυμολογικά ο όρος ά.… …   Dictionary of Greek

  • νετρίνο — Στοιχειώδες σωματίδιο με μηδενικό φορτίο και μάζα. Ανήκουν στην κατηγορία των λεπτονίων μαζί με το ηλεκτρόνιο, το μιόνιο, το σωματίδιο τ και αντισωμάτια αυτών. Τα ν. ανήκουν επίσης σε μια ευρύτερη ομάδα, αυτή των φερμιονίων τα οποία υπακούουν στη …   Dictionary of Greek

  • Καζιμίρ, Χέντρικ — (Hendrik Casimir, Χάγη 1909 – 2000). Ολλανδός φυσικός. Σπούδασε φυσική στο πανεπιστήμιο του Λέιντεν, από το οποίο έλαβε τον διδακτορικό τίτλο του το 1931. Αφού είχε ήδη θητεύσει δίπλα στον νομπελίστα Νιλς Μπορ, συνέχισε το διδακτορικό του ως… …   Dictionary of Greek

  • Μίλερ, Άλεξ — (Alex Muller, Βασιλεία 1927 –). Ελβετός φυσικός. Σπούδασε στη σχολή μαθηματικών και φυσικής του Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Ζυρίχης, στην οποία είχε καθηγητή τον νομπελίστα Βόλφγκανγκ Πάουλι. Μετά τις σπουδές του εργάστηκε για ένα… …   Dictionary of Greek

  • Χάιζενμπεργκ, Βέρνερ — (Heisenberg, Βίρτσμπουργκ 1901 – Μόναχο 1976). Γερμανός φυσικός. Τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ της φυσικής το 1932 για τις μελέτες του, οι οποίες συνέβαλαν στη διαμόρφωση της κβαντικής μηχανικής. Μαθητής του Σόμερφελντ, εργάστηκε μαζί με τον Μαξ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”